>  Term: χώρος
χώρος

1) Περιοχή σε εγκατάσταση όπου μπορούν να διεξάγονται ιδιωτικές συναρτήσεις σε ομάδες. 2) Εκθέτη θέση στην αίθουσα.

0 0

작성자

© 2025 CSOFT International, Ltd.