홈 > Term: διάφραγμα
διάφραγμα
Το διαμέρισμα το οποίο προβαίνει σε κατάτμηση μιας ευρύτερης περιοχής σε μικρότερες, όπως στη κεντρική κοιλότητα όργανο της ορισμένα Ανθόζωο.
0
작성자
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)