홈 > Term: λειτουργική μονάδα
λειτουργική μονάδα
(1) Μια μονάδα προγράμματος ότι είναι διακριτές και αναγνωρίσιμα όσον αφορά την κατάρτιση, συνδυασμός με άλλες μονάδες, και φόρτωση; για παράδειγμα, την είσοδο, ή εξόδου από, ένα συναρμολόγησης, μεταγλωττιστή, σύνδεση επεξεργαστή ή εκτελεστικής routine.~(2) ένα λογικά διαχωρίσιμες μέρος ενός προγράμματος. Σημείωση: οι όροι "λειτουργικής μονάδας", "συστατικό", "μονάδα", και συχνά χρησιμοποιούνται εναλλακτικά ή ορίζεται να είναι δευτερεύοντα στοιχεία του το ένα το άλλο με διαφορετικούς τρόπους ανάλογα με το περιβάλλον. Τη σχέση των όρων αυτών δεν είναι ακόμη ανάγονται.
- 품사: noun
- 분야/도메인: 컴퓨터; 소프트웨어
- 카테고리: Software engineering
- Organization: IEEE Computer Society
0
작성자
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)