홈 > Term: kevlar
kevlar
Μια ίνα συνθετικών (aramid) της πολύ μεγάλη αντοχή εφελκυσμού, υφασμένα σε Αλεξίσφαιροι φανελάκια, molded στερεά φύλλα ελαφρύ θωράκιση (από το αεροπλάνο σε κράνη)
0
작성자
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)