홈 > Term: αερόβια
αερόβια
(i) έχοντας μοριακό οξυγόνο ως μέρος του περιβάλλοντος. (ii) καλλιέργεια μόνο με την παρουσία μοριακό οξυγόνο, όπως αερόβιους οργανισμούς. (ΙΙΙ) που συμβαίνουν μόνο με την παρουσία μοριακό οξυγόνο (είπε χημική ή βιοχημική διαδικασιών όπως αερόβια αποσύνθεση).
- 품사: noun
- 분야/도메인: 지구과학
- 카테고리: 토양학
- Company: Soil Science Society of America
0
작성자
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)